Διαπάλη ή «ξεκατίνιασμα»;

Πριν από λίγες ημέρες έκανε το γύρο του διαδικτύου ένα επικριτικό άρθρο του Γιώργου Ρούση, που αφορούσε στις απόψεις που διατύπωσε ο δημοσιογράφος Γιώργος Δελαστίκ με δύο άρθρα του στην εφημερίδα που εργάζεται, το «Έθνος».

Το άρθρο του Γιώργου Ρούση είχε τον εύγλωττο τίτλο: «Τρία εύλογα ερωτήματα απ’ αφορμή δυο άρθρα του Γ. Δελαστίκ» . Το πρώτο κείμενο του Γ. Δελαστίκ τιτλοφορούνταν «Ο Τσίπρας ανέλαβε συγκεκριμένες δεσμεύσεις»  και δημοσιεύτηκε τη Δευτέρα 15 Σεπτέμβρη. Ο γνωστός αρθρογράφος επανήλθε την επόμενη μέρα 16 Σεπτέμβρη μ’ ένα νέο άρθρο υπό τον τίτλο «Ανακούφιση έταξε ο Τσίπρας, όχι αριστερή κυβέρνηση» . Όπως γίνεται σαφές τα άρθρα του Γιώργου Δελαστίκ αφορούσαν στις εξαγγελίες του Αλέξη Τσίπρα στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης στις 13 και 14 Σεπτέμβρη.

Δε θα μπούμε στην ουσία των άρθρων και την ορθότητα ή μη των απόψεων που εκφράζουν οι δύο αρθρογράφοι. Ως προς τις πολιτικές εξελίξεις, ως «Νέα Σπορά», έχουμε τις δικές μας αντιλήψεις, τις οποίες και εκφράζουμε στην ιστοσελίδα μας. Το θέμα μας εδώ είναι άλλο. Προσδιορίζεται από τον τίτλο του άρθρου μας. Γι’ αυτό και μόνο θα εκθέσουμε ορισμένες πλευρές του άρθρου του Γιώργη του Ρούση.

Στο άρθρο του ο Γιώργος Ρούσης, αφού δηλώνει ότι αναγνωρίζει το δικαίωμα σε κάθε αριστερό να έχει τη δική του άποψη και να την εκθέτει, υποστηρίζει ότι το δεύτερο κείμενο του Γιώργου Δελαστίκ, ενώ φαίνεται να είναι «διορθωτικό» του πρώτου, καταλήγει να είναι «ενισχυτικό» της άποψης: «ψηφίστε ΣΥΡΙΖΑ».

Σύμφωνα με την κριτική του Γιώργου Ρούση ο Γιώργος Δελαστίκ υπαινίσσεται ότι οι εξαγγελίες του Αλέξη Τσίπρα είναι θετικές και αποτελούν εναλλακτική πολιτική στη συγκυβέρνηση ΝΔ-ΠΑΣΟΚ και ταυτόχρονα τα μέτρα ανακούφισης του λαού δεν προϋποθέτουν μια αριστερή πολιτική και μια αριστερή κυβέρνηση, μπορούν να παρθούν και από μια «μη αριστερή κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ».

Θέτει λοιπόν ερωτήματα, που κατά την άποψη του Γιώργη Ρούση είναι «εύλογα» με δεδομένο ότι ο Γιώργος Δελαστίκ δεν είναι απλά αρθρογράφος του «Έθνους», αλλά ο διευθυντής της κομματικής εφημερίδας «ΠΡΙΝ» και στέλεχος του ΝΑΡ και της ΑΝΤΑΡΣΥΑ.

Το πρώτο ερώτημα του Γιώργου Ρούση αφορά στο κατά πόσο μπορεί να διατηρεί αυτήν την κομματική-στελεχική ιδιότητα ο Γιώργος Δελαστίκ. Υπαινίσσεται με το άρθρο του ότι ο Γιώργος Δελαστίκ είναι μέρος ενός ιδεολογικοπολιτικού ρεύματος στο εσωτερικό του ΝΑΡ και της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, που καλοβλέπουν ακόμα και τη μεταπήδηση στο ΣΥΡΙΖΑ.

Το δεύτερο ερώτημα του Γιώργου Ρούση αφορά στην ηγεσία των συγκεκριμένων κομματικών φορέων, που δεν παίρνουν επίσημα αποστάσεις από την άποψη του Γιώργου Δελαστίκ και το τρίτο αφορά, σε συνέχεια των δύο πρώτων, στο πως συμβιβάζεται αυτή η στάση «ανοχής» των ηγεσιών του ΝΑΡ και της ΑΝΤΑΡΣΥΑ απέναντι στην άποψη  του Γιώργου Δελαστίκ, την ώρα που στο κίνημα πορεύονται με όρους «πολιτικής καθαρότητας» και «έντασης του σεχταρισμού». Κοντολογίς το ερώτημα-κριτική του Ρούση αναδεικνύει το πρόβλημα του πως τοποθετείται η ΑΝΤΑΡΣΥΑ και το ΝΑΡ απέναντι στο ΣΥΡΙΖΑ.

Έχει ενδιαφέρον ότι ο Γιώργος Ρούσης δέχτηκε σκαιές επικρίσεις γι’ αυτήν την κριτική του και χρεώθηκε με «κοσμητικά επίθετα» όπου ούτε λίγο ούτε πολύ του απέδιδαν «προσωπική επίθεση» και «εμπάθεια» προς το Γιώργο Δελαστίκ. Στο πολιτικό ζήτημα, όμως, που έθεσε ο Γιώργος Ρούσης – με τις απόψεις και την πολιτική στάση του οποίου, ως «ΝΕΑ ΣΠΟΡΑ» μας χωρίζουν σημαντικότατες διαφορές,  όπως φυσικά και από το συγκεκριμένο χώρο του ΝΑΡ και της ΑΝΤΑΡΣΥΑ – οι επικριτές του αρνήθηκαν να μπουν.

Γιατί τα αναφέρουμε όλα αυτά και σε τι αφορούν τη «Νέα Σπορά» και ασχολείται μ’ αυτές τις «διαφορές», θα αναρωτηθεί κάποιος και δικαίως, πολύ περισσότερο που η «Νέα Σπορά» διαφωνεί με τις απόψεις του Γιώργου Ρούση;

Τα αναφέρουμε γιατί το κρίσιμο ερώτημα που θέτει ο Γιώργος Ρούσης, μέσω της κριτικής στην άποψη ενός συγκεκριμένου προσώπου -το οποίο δεν είναι ένα τυχαίο πρόσωπο, αλλά ο διευθυντής της εφημερίδας του ΝΑΡ- αναδεικνύει μια ιδεολογικοπολιτική διαπάλη στο εσωτερικό του συγκεκριμένου πολιτικού-κομματικού χώρου, που συνοψίζεται στο ερώτημα: ποια στάση πρέπει να κρατήσουν ΝΑΡ-ΑΝΤΑΡΣΥΑ απέναντι στο ΣΥΡΙΖΑ και στην ενδεχόμενη κυβέρνησή του; Και όμως, από ορισμένους αντιμετωπίστηκε ως «αήθης προσωπική επίθεση»!

Τα αναφέρουμε όλα αυτά, γιατί αν αλλάξουμε τους «πρωταγωνιστές» θα διαπιστώσουμε ότι η ίδια μεθοδολογία της ακύρωσης της ιδεολογικοπολιτικής διαπάλης ακολουθείται από ορισμένους και σε ότι αφορά την εσωκομματική ζωή του ΚΚΕ. Η ηγεσία του Κόμματος ψάχνει για «Εφιάλτες». Από την άλλη μεριά και ο «Εργατικός Αγώνας» ψάχνει για «χαφιέδες της ηγεσίας». Και οι δύο απευθύνονται ταυτόχρονα στη «ΝΕΑ ΣΠΟΡΑ».

Ορισμένοι δε «άλλοι», που δεν είναι και τόσο «άλλοι», καλλιεργούν συστηματικά την υποκριτική άποψη ότι δεν παρακολουθούν ούτε τον «Εργατικό Αγώνα», ούτε τη «ΝΕΑ ΣΠΟΡΑ», γιατί «ξεκατινιάζονται». Η ειρωνεία είναι ότι κάποιοι ελάχιστοι απ’ αυτούς που θέτουν αυτό το ζήτημα, είναι οπαδοί ή στελέχη του «Εργατικού Αγώνα» και η συγκεκριμένη άποψη περί «ξεκατινιάσματος» εκπορεύεται από τα «βάθη» και το «σκληρό πυρήνα» του «Εργατικού Αγώνα».

Και με την ευκαιρία ρωτάμε: Ο Ευάγγελος Βενιζέλος και ο Γιώργος Παπανδρέου «ξεκατινιάζονται» στο ΠΑΣΟΚ ή διεξάγεται μια διαπάλη, που φέρει τη σφραγίδα και την παρέμβαση, διεθνών κέντρων του ιμπεριαλισμού στο εσωτερικό της ελληνικής σοσιαλδημοκρατίας; Αυτή η διαπάλη αφορά στην πολιτική στάση του ΠΑΣΟΚ, τη στάση του απέναντι στη Νέα Δημοκρατία, τις συμμαχίες του;

Στη Νέα Δημοκρατία, όπου η ακροδεξιά και η φιλελεύθερη πτέρυγα αντιπαρατίθενται, ακόμη και με πισώπλατα μαχαιρώματα και προσωπικές υπονομευτικές επιθέσεις του ενός στελέχους απέναντι στο άλλο, τι συμβαίνει; «Ξεκατινιάζονται» ή διεξάγεται διαπάλη για το ρόλο της Νέας Δημοκρατίας στο υπό διαμόρφωση νέο πολιτικό σκηνικό; Αντίστοιχα φαινόμενα μπορεί να βρει κανείς και στο εσωτερικό της νεοναζιστικής Χρυσής Αυγής, των ΑΝΕΛ, της ΔΗΜΑΡ και το ΣΥΡΙΖΑ.

Και για να έρθουμε στα του «οίκου» μας, τα δικά μας, που αφορούν στη στάση των όσων προβάλλονται ως κομμουνιστές απέναντι στο ΚΚΕ. Είναι «ξεκατίνιασμα» ή ιδεολογικοπολιτική διαπάλη και πολιτική στάση το αν ψηφίζουμε ΚΚΕ ή αν ψηφίζουμε τους «φίλους μας»;

Εν κατακλείδι: Είναι εύκολο να είσαι «μαρξιστής» όταν πρόκειται να υποβάλεις την κοινωνία και τις άλλες πολιτικές δυνάμεις σε κριτική ή να ερμηνεύσεις προσωπικές κινήσεις με πολιτικά κίνητρα, που αφορούν άλλους πολιτικούς χώρους και άλλους κομματικούς φορείς.

Το δύσκολο είναι να είσαι μαρξιστής απέναντι στο ίδιο σου το Κόμμα, όταν πρέπει να κοιταχτείς στον καθρέφτη σου και να υποβάλεις τον εαυτό σου σε κριτική. Να υποβληθείς στη βάσανο της αυτοκριτικής. Για να τηρείς όμως μια τέτοια στάση απαιτείται πρώτα απ’ όλα γενναιότητα και ειλικρίνεια. Αλλά, εαν δεν το κάνεις αυτό τότε δεν είσαι μαρξιστής, επαναστάτης και κομμουνιστής. Αντίθετα για να υπερασπιστείς την πολιτική σου συμπεριφορά και την πολιτική σου στάση, όταν αυτή απορρέει από την απόκρυψη ολόκληρης της πολιτικής-κομματικής σου άποψης, τότε συνήθως μετατρέπεσαι σε… «κυρά Κατίνα της γειτονιάς».

Υ.Γ. Ο Μαρξ έγινε «μαρξιστής», γιατί δε φοβόταν να αναμετρηθεί με τις συνέπειες των συμπερασμάτων, τα οποία έβγαζε για την πορεία της ταξικής πάλης. Έπαψε να είναι «μαρξιστής» για όσα του απέδιδαν οι άλλοι ως μαρξισμό.

COMMENTS